“Γειά σου παλικάρι μου”, ο Λάκης Σάντας (ΕΑΜ – ΕΠΟΝ – ΕΛΑΣ) στο ντοκυμαντέρ «Η Ελλάδα του Χίτλερ» [2007],

28/10/25

 


Τα..τρύπια σακιά της Εθνικής Αντίστασης.


Κατά τη διάρκεια της κατοχής η μεταφορά οπλισμού ήταν απαραίτητη για τις αντιστασιακές οργανώσεις αλλά και πολύ επικίνδυνη, αφού μπορούσε να επιφέρει μέχρι και τη θανατική ποινή στον οποιονδήποτε εμπλεκόμενο. Αμέτρητα είναι τα περιστατικά όπου οι ένοπλοι αντάρτες πόλεων ή ακόμα και απλοί πολίτες προσπαθούσαν να μεταφέρουν ή ακόμα και να ξεφορτωθούν όπλα και πυρομαχικά σαν τον Παπα-Βαλή, Ιερέα στην περιοχή του Αγρινίου, ο οποίος έκανε εικονικές κηδείες -περίπου 35- μεταφέροντας όπλα με το φέρετρο στο νεκροταφείο. Μετά οι άνδρες του ΕΛΑΣ τα ξέθαβαν και τα μετέφεραν στο αρχηγείο. Το φαινόμενο εντατικοποιήθηκε μετά την απόβαση των συμμάχων στη Σικελία και τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας όπου οι Ιταλοί στρατιώτες ξεπούλαγαν σχεδόν τα πάντα.

Στο βιβλίο του Ιάσωνα Χανδρινού «Το τιμωρό χέρι του λαού» [2009] ο Στέλιος Ζαμάνος (ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – ΟΠΛΑ) περιγράφει: «Ένα άλλο (μακρύκανο) πήγα και πήρα εγώ από τον Πειραιά αλλά πώς θα το μεταφέρναμε; Πήραμε δυο χοντρά σανίδια από οξιά που είχαμε από το ’41, όταν έγινε η λεηλασία των αποθηκών των Εγγλέζων, σκάψαμε τη μια σανίδα από μέσα, σκάψαμε και την άλλη και, όταν τις ένωνες, αφήναν κενό στη μέση. Εκεί το βάλαμε το όπλο, βάλαμε και μπουλόνια, δέσαμε και τις σανίδες και φέραμε το όπλο από τον Πειραιά. Και το κουβάλησα με το ποδήλατο. Μάλιστα πλησιάζοντας εδώ είχαν λυθεί τα σκοινιά και φαινότανε και μου φωνάζαν από τα γκαζοζέν: “Ρε φίλε, αντιαεροπορικό έχεις;”»

Ο Στάθης Τουρνάκης (ΠΕΑΝ – ΡΑΝ – ΕΔΕΣ) αναφέρει σε συνέντευξή του στο istories4050 [2016] πώς ο συναγωνιστής του Τάκης Καρακώστας αγόρασε ένα Ιταλικό οπλοπολυβόλο, το έλυσε και το μετέφερε μέσα σε μια μαξιλαροθήκη πρώτα στο γραφείο του στην πλατεία Συντάγματος και μετά μέσα σ’ένα  γκαζοζέν (λεωφορείο εποχής).

Ο ίδιος ο Στάθης Τουρνάκης μας αφηγήθηκε προσωπικό του περιστατικό:

«Στο σπίτι που μέναμε είχε αποθήκη. Μια μέρα ο πατριός μου ανακάλυψε κάποια όπλα (Ιταλικές αραβίδες, χειροβομβίδες, καθώς κι ένα Ιταλικό οπλοπολυβόλο) που είχαμε κρύψει στην καρβουναποθήκη. Έφυγε από το σπίτι και πήγε στης αδελφής του να μείνει και θα επέστρεφε μόνο όταν θα είχα καθαρίσει το σπίτι από τα όπλα. Έτσι αναγκάστηκα να τα μεταφέρω αλλού μέσα σε τσουβάλια. Ναύλωσα ένα μεταφορικό μέσο εποχής (καρότσι), όμως κατά τη διαδρομή (από την Αγίου Μελετίου στην Κυψέλη στην ΑΣΟΕΕ) μέρα μεσημέρι, επειδή κάποιο από τα τσουβάλια δεν ήταν “αξιόπιστο” τρύπησε και βγήκε έξω η κάννη ενός όπλου! Μέχρι να φτάσουμε στον τελικό μας προορισμό (το σπίτι του Πεανίτη Σωκράτη Λοβέρδου) κανείς δεν το είδε, ή κανείς δεν το πρόσεξε, ή κανείς δεν τόλμησε να κάνει κάποια κίνηση.»

Ομοίως ο Λάκης Σάντας (ΕΑΜ – ΕΠΟΝ – ΕΛΑΣ) στο ντοκυμαντέρ «Η Ελλάδα του Χίτλερ» [2007] εξιστορεί το πιο σπουδαίο του «Παράσημο»:

«Οι Γερμανοί έχουν βγάλει ανακοίνωση ότι όποιος Έλληνας συλληφθεί να κάνει συναλλαγή με Ιταλό στρατιώτη θα τουφεκίζεται επιτόπου. Όπως κουβαλάω λοιπόν το σακί είχε μια τρύπα και από το βάρος γεμίζει με σφαίρες το πεζοδρόμιο, χειροβομβίδες και μου μένουν στα χέρια μόνο τα όπλα. Εν τω μεταξύ απέναντι είναι κόσμος ένας αστυφύλακας, γυναίκες, άντρες οι οποίοι κοκκαλώσαν όλοι. Ανοίγω το σακί, βάζω μέσα σφαίρες χειροβομβίδες, το πίανω το σακί και περνάω την Μητροπόλεως. Έρχεται ένας γέρος με άσπρα μαλλιά και μου λέει: “Γειά σου παλικάρι μου”. Ήταν το μεγαλύτερο “Παράσημο” που είχα πάρει.»



Μιχάλης Αντωνιάδης