Ὁ αἰφνίδιος θάνατος εἶναι κάτι πού δέν τό θέλουμε καί ἡ Ἐκκλησία εὔχεται νά μᾶς φυλάει ὁ Θεός ἀπό αἰφνίδιο θάνατο.
Ὑπάρχει ἀλληγορική ἱστορία μέ ἕναν ἀετό πού πετοῦσε πάνω ἀπό ἕνα μεγάλο ποτάμι τῆς Ἀμερικῆς. Αὐτό τό ποτάμι ἐρχόταν ἀπό πάνω ψηλά, ἀπό τούς πόλους, καί κατέβαζε καί κομμάτια ἀπό πάγο. Εἶχε ἐντοπίσει ὁ ἀετός πάνω στόν πάγο ἕνα ζῶο ψόφιο καί κατέβηκε καί ἄρχισε νά τό τρώει μέ τήν ἡσυχία του. Ἤξερε βέβαια ὁ ἀετός, ὅτι μετά ἀπό λίγο αὐτό τό μεγάλο ποτάμι ἔχει καταρράκτη, ἀλλά ἔλεγε μέ τόν λογισμό του: «ὅταν δῶ τόν καταρράκτη θά πετάξω, δέν θά γκρεμιστῶ καί ἐγώ στό χάος».
Ἔτρωγε λοιπόν ἔτσι ἀμέριμνος, ἀλλά ὅταν εἶδε τόν καταρράκτη καί προσπάθησε νά πετάξει, δέν μποροῦσε νά πετάξει. Τί εἶχε συμβεῖ; Τά νύχια του εἶχαν μπεῖ μέσα στόν πάγο καί μέσα στίς σάρκες τοῦ ζώου, εἶχαν παγώσει. Εἶχαν γίνει ἕνα σῶμα ὅλα, εἶχε κολλήσει μέσα στόν πάγο καί μέσα στίς σάρκες τοῦ ζώου πού ἔτρωγε.
Ἔτσι γίνεται καί ἡ ψυχή πού θεληματικά μένει στήν ἁμαρτία καί λέει ὅτι κάποια στιγμή θά ξεκολλήσω ἀπό τήν ἁμαρτία καί θα μετανοήσω. Δέν μπορεῖ μετά νά ξεκολλήσει, γιατί ἀκριβῶς ἀγαπάει τά πάθη, ἀγαπάει τόν βόρβορο καί ἀδυνατίζει ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐπιπλέον, ἕνας ἄνθρωπος πού σκέφτεται ἔτσι, πορεύεται μέ πονηρία μπροστά στόν Θεό καί ὁ Θεός δέν εὐλογεῖ ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο καί δέν ἔχει Χάρη μετά αὐτός ὁ ἄνθρωπος γιά νά μπορέσει νά μετανοήσει πραγματικά, καί πολλές φορές, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, παραχωρεῖ ὁ Θεός αὐτοί οἱ ἄνθρωποι νά μή βροῦν μετάνοια, νά μή βροῦνε χρόνο μετανοίας. Πεθαίνουν ξαφνικά. Δέν τούς δίνεται εὐκαιρία, ὅπως δίνεται σέ ἄλλους, λόγου χάρη μέ ἕναν καρκίνο νά ἔχουν χρόνο, ὁπότε μέσα στήν ἀσθένειά τους, πού κρατάει πολύ, νά συνέλθουν καί νά μετανοήσουν. Ὁ αἰφνίδιος θάνατος εἶναι κάτι πού δέν τό θέλουμε καί ἡ Ἐκκλησία εὔχεται νά μᾶς φυλάει ὁ Θεός ἀπό αἰφνίδιο θάνατο.
Ἔ, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού πορεύονται ἔτσι μέ πονηρία, καί λένε: «θά ζήσω τώρα ἔτσι, θά κάνω τή ζωή μου καί μετά θά μετανοήσω», αὐτοί πολλές φορές ἔχουν αἰφνίδιο θάνατο. Δέν τούς δίνει ὁ Θεός χρόνο μετανοίας, γιατί πᾶνε μέ πονηρία καί δέν θέλουν πραγματικά νά μετανοήσουν, δέν ἔχουν ἀγαπήσει πραγματικά τόν Χριστό. Ἕνας πού ἀγαπάει πραγματικά τόν Χριστό, ἀπό τή στιγμή πού πραγματικά ἀγαπάει καί πῆρε τήν ἀπόφαση νά ζήσει κατά Χριστόν, σταματάει τήν ἁμαρτία. Δέν λέει: «θά ζήσω ἀκόμα λίγο τήν ἁμαρτία καί μετά θά μετανοήσω».
Ἱερομ. Σάββα Ἁγιορείτου (Ὁμιλία 19 – 8 – 2017)
Μιχάλης Αντωνιάδης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου