«Αχ Λεμόνα, αχ Λεμόνα, ντο θα φτάμε τον χειμώνα;». Οι στίχοι ανήκουν σ’ ένα παλιό ποντιακό τραγούδι που εξέφραζε τον καημό του Πόντιου πρόσφυγα, οικογενειάρχη για τον επερχόμενο χειμώνα, δίχως λάδι, δίχως γκάζι…
– Δεν είχαμε δεύτερο κουτάλι, όταν παντρευτήκαμε με την μάνα σας. Το μοιραζόμασταν εναλλάξ…
Φτώχεια καραμπινάτη. Ανεπάρκεια και στο ψωμί της χρονιάς. Οι ανάγκες τρέχουν. Αρχίζουν από το δεύτερο κουτάλι. Το τσουκάλι σαν τσουκάλι και με τι θα γεμίζεται καθημερινά. Το ρούχο κι ας είναι τρίλινο ή καμπότο. Το παπούτσι κι ας είναι και από λάστιχο ή χοιρόδερμα. Η σκούπα, το λυνάρι, το τσεκούρι για τα καυσόξυλα, η τσάπα, το φτυάρι και τελειωμό δεν έχουν…
Η 15ετία από την εγκατάσταση των προσφύγων στο χωριό έχει τα χαρακτηριστικά μιας κλασσικά κλειστής οικονομίας. Αν ρίξει κανείς μια ματιά στο μενού της εβδομάδας, θα διαπιστώσει ότι ελάχιστα πράγματα είναι αγοραστά, όπως το αλάτι και η ζάχαρη για όσους δεν παράγουν δικό τους μέλι ή σώνεται το πετιμέζι που την αντικαθιστούν εν μέρει. Έπονται το κόκκινο πιπέρι, καμιά ρέγκα για κύριο φαγητό και η θρεψίνη.
Το λαδάκι και τα ζυμαρικά αγοράζονται έκτακτα. Υποκατάστατά τους είναι το βούτυρο και το χοιρινό λίπος για το λάδι στα οικιακά παρασκευάσματα όπως, το πλιγούρι, η μακαρίνα, το ευριστό, τα βαρένικα, το κουσκούς, ο τραχανάς και η πατάτα σ’ όλες τις μορφές μαγειρέματός της, εκτός από τηγανιτή, λόγω λαδιού φυσικά.
Μιχάλης Αντωνιάδης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου