1968,

25/1/18




1968 
3 / 5 1968
Δραματική 2018 | Έγχρ. | Διάρκεια: 94'
Κατάλληλη για όλες τις ηλικίες Eλληνική ταινία, σκηνοθεσία Τάσος Μπουλμέτης με τους: Αντώνη Καφετζόπουλο, Ιεροκλή Μιχαηλίδη, Βασιλική Τρουφάκου, Γιώργο Μητσικώστα, Ορφέα Αυγουστίδη
Στις 4 Απριλίου 1968 η ομάδα μπάσκετ της ΑΕΚ αντιμετωπίζει στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης, ως αουτσάιντερ, τη Σλάβια Πράγας στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Ενώ 80.000 θεατές παρακολουθούν ζωντανά τον αγώνα, 
όλη η Ελλάδα ζει στον παλμό του μπροστά στο ραδιόφωνο.


Αναλυτική κριτική 
από Χρήστο Μήτση
Συνδυάζοντας δεξιοτεχνικά ντοκουμέντο και μυθοπλασία, ο Τάσος Μπουλμέτης μετατρέπει ένα αθλητικό ντοκιμαντέρ σε ένα νοσταλγικό, χιουμοριστικό και γλυκόπικρο ταξίδι στην Ελλάδα (και τον κόσμο) του 1968. 



Αναδημοσιευσα Απο Athinorama. gr
read more ►
0 σχόλια

η ευτυχία θα έλθει όταν ολοκληρώσουμε αυτό που μας λείπει...Και επειδή πάντα κάτι λείπει, ξαναγυρίζουμε στην αρχή,

29/12/17

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ, του Χόρχε Μπουκάι,


Απόσπασμα από το βιβλίο του Αργεντίνου ψυχοθεραπευτή Χόρχε Μπουκάι, "Να σου πω μια Ιστορία"
Ζούσε κάποτε, πριν πολλά χρόνια, ένας βασιλιάς πολύ θλιμμένος που είχε έναν υπηρέτη χαρούμενο και αισιόδοξο. Κάθε πρωί ξυπνούσε τον βασιλιά πηγαίνοντας του το πρόγευμα, τραγουδούσε χαρούμενα στιχάκια, του έκανε αστείους μορφασμούς. 
Στο κεφάτο πρόσωπό του υπήρχε πάντα ένα μεγάλο φωτεινό χαμόγελο, αλλά και όλη του η ζωή ήταν ήρεμη και ευτυχισμένη. Κάποια μέρα ο βασιλιάς δεν άντεξε και τον ρώτησε:
-Ποιο είναι το μυστικό σου?
-Ποιο μυστικό Μεγαλειότατε?
-Μην κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις. Ποιό είναι το μυστικό της χαράς σου.
Λέγε γρήγορα.
-Μα...δεν υπάρχει μυστικό Μεγαλειότατε.
-Πως τολμάς να λες ψέματα σ´ εμένα. Έχω κόψει κεφάλια για....

πολύ μικρότερες προσβολές, από ένα ψέμα.
-Πιστέψτε με Μεγαλειότατε, σας παρακαλώ, δεν σας κρύβω τίποτα. Δεν υπάρχει κανένα μυστικό.
-Και πως τα καταφέρνεις βρε ανόητε και είσαι όλη την μέρα τόσο κεφάτος? Σε έχω παρακολουθήσει, σε βλέπω. Όλο χαχαχού και αστεία είσαι.
-Μα Μεγαλειότατε, η ζωή ήταν τόσο γενναιόδωρη μαζί μου. Η Λαμπροσύνη σας με τιμά και με έχει στην υπηρεσία της. Με την γυναίκα μου και τα παιδιά μου μένουμε σ´ ένα ωραίο σπίτι που μας παραχώρησε το παλάτι. Μας προσφέρετε ρούχα και τροφή για όλους μας, δωρεάν εκπαίδευση στα παιδιά μου, επί πλέον δε, η Μεγαλειότητα σας μου πληρώνει και ένα μικρό μηνιαίο επίδομα, που ικανοποιεί τις μικροεπιθυμίες μας. Πως να μην είμαι ευτυχισμένος?
-Άκου, ηλίθιες δικαιολογίες έχω χορτάσει από τους συμβούλους μου. Αν δεν μου πεις το μυστικό της χαράς σου, η υπομονή μου θα εξαντληθεί και μαζί της και το κεφάλι στους ώμους σου. Είναι αδύνατον να είναι κάποιος ευτυχισμένος με αυτά που μου παρέθεσες.
-Μα Βασιλιά μου σας παρακαλώ πιστέψτε με. Δεν σας κρύβω κάτι. Πως θα μπορούσα άλλωστε. Δεν υπάρχει μυστικό.
-Χάσου από μπροστά μου ηλίθιε, πριν φωνάξω το δήμιο. Γελοίε. Καραγκιόζη.
Ο υπηρέτης χαμογέλασε, έκανε μια βαθειά υπόκλιση, και βγήκε από το δωμάτιο. Τον βασιλιά όμως, δεν τον χωρούσε ο τόπος. Του φαινόταν τόσο παράλογο ο βαλές του να είναι τόσο ευτυχισμένος, ζώντας σε δανεικό σπίτι, τρώγοντας από τα περισσεύματα των αυλικών, φορώντας ρούχα από δεύτερο χέρι. Αφού κατάφερε κάπως να ηρεμήσει, φώναξε τον πιο σοφό σύμβουλό του και του διηγήθηκε την συζήτηση και την απορία του.
-Πες μου γέροντα, γιατί ο άνθρωπος αυτός είναι ευτυχισμένος?
-Α, Μεγαλειότατε, επειδή προφανώς βρίσκεται έξω από τον κύκλο.
-Έξω από που?
-Μα από τον κύκλο.
-Γι’ αυτό είναι ευτυχισμένος?
-Όχι μεγαλειότατε, γι αυτό δεν είναι δυστυχισμένος.
-Δεν καταλαβαίνω γέροντα. Δηλαδή όποιος είναι στον κύκλο είναι δυστυχής? Εγώ είμαι δυστυχής διότι είμαι μέσα στον κύκλο?
-Ακριβώς βασιλιά μου.
-Και πως βγήκε?
-Δεν μπήκε ποτέ.
-Βάλθηκες να με τρελάνεις κι εσύ γέροντα. Τι στην οργή κύκλος είναι αυτός και γιατί μας προκαλεί θλίψη?
-Είναι ο κύκλος του ενενήντα εννέα.
-Και πως λειτουργεί αυτός ο διαολόκυκλος?
-Μεγαλειότατε είναι δύσκολο να σας τον εξηγήσω με λόγια, μπορώ όμως να σας τον δείξω στην πράξη.
-Δηλαδή τι θα κάνεις?
-Αν μου επιτρέψετε θα βάλω τον υπηρέτη σας στον κύκλο.
-Πως δηλαδή, θα τον σπρώξεις? είπε ο βασιλιάς κοροϊδευτικά.
-Δεν θα χρειαστεί βασιλιά μου. Αν βρει την ευκαιρία θα μπει μόνος του.
-Και καλά, όταν μπει δεν θα δει ότι αυτό τον έκανε δυστυχισμένο, ώστε να βγει κατ´ ευθείαν?
-Θα το αντιληφθεί, αλλά δεν θα θέλει να φύγει.
-Δηλαδή μου λες ότι θα καταλάβει πως αν μπει στον κύκλο θα δυστυχήσει, αλλά παρ´ όλα αυτά θα μπει οικιοθελώς και δεν πρόκειται να ξαναβγεί?
-Ακριβώς Μεγαλειότατε. Κανένας δεν θέλει να βγει από τον κύκλο του ενενήντα εννέα. Όσο και αν τον κάνει δυστυχισμένο. Θα μάθεις λοιπόν πως λειτουργεί ο κύκλος, αλλά εσύ θα χάσεις έναν εξαίρετο υπηρέτη και το παλάτι έναν χαρούμενο άνθρωπο.
-Δεν με νοιάζει. Τι πρέπει να κάνουμε? Πότε ξεκινάμε?
-Σήμερα το βράδυ βασιλιά μου. Θα περάσω να σε πάρω. Θα έχεις ετοιμάσει ένα σακί με ενενήνταεννέα φλουριά. Ούτε ένα περισσότερο, ούτε ένα λιγότερο.
Πράγματι, την νύχτα ο σοφός πέρασε να πάρει τον βασιλιά. Πήγαν μαζί στο σπιτάκι του υπηρέτη, στην άκρη της αυλής του παλατιού, κρύφτηκαν και περίμεναν να ξημερώσει. Μόλις αχνοφέγγισε και άναψε στο δωμάτιο ένα κερί, ο σοφός έβαλε στο σακούλι ένα μήνυμα που έλεγε:
Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΣΑΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΑΠΟΛΑΥΣΕ ΤΟΝ. ΜΗΝ ΠΕΙΣ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΠΩΣ ΤΟΝ ΒΡΗΚΕΣ.
Έδεσε το σακί στην πόρτα του υπηρέτη, χτύπησε δύο φορές και έτρεξε να ξανακρυφτεί. Όταν υπηρέτης βγήκε ξαφνιασμένος, ο βασιλιάς παρακολουθούσε πίσω από έναν θάμνο. Τον είδε να διαβάζει το μήνυμα και να ανοίγει το πουγκί. Είδε την έκπληξη στο πρόσωπό του, το αρχικό φόβο, την καχύποπτη, ερευνητική ματιά μήπως ήταν κανένας τριγύρω. Τον είδε να σφίγγει το πουγκί στην αγκαλιά του, να ανοίγει το πουκάμισο και να το βάζει στο στήθος του, να χώνεται γρήγορα σπίτι του. Μόλις άκουσαν την κλειδαριά να διπλοαμπαρώνει, ο βασιλιάς με τον σοφό πλησίασαν στο παράθυρο για να κατασκοπεύσουν. Ο υπηρέτης είχε ρίξει στο πάτωμα τα πιατικά που ήσαν στο τραπέζι, αφήνοντας μόνο το κερί. Καθισμένος σε μια καρέκλα άδειαζε το περιεχόμενο. Τα μάτια ήταν γουρλωμένα, κόντευαν να βγουν έξω από τις κόγχες. Ήταν φανερό δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Ένα βουνό από χρυσά φλουριά. Ένας θησαυρός. Όλος δικός του. Αυτός που δεν είχε ποτέ ως τώρα στην ζωή ακουμπήσει έστω ένα χρυσό φλουρί, τώρα είχε ένα μικρό βουνό από αυτά. Δικά του. Άρχισε να τα χαζεύει και να τα κάνει στίβες. Τα κοίταζε πως άστραφταν στο φως του κεριού και χαζογελούσε. Τα συγκέντρωνε, τα σκόρπιζε για να ακούει το κουδούνισμά τους. Και όλο χαμογελούσε. Παίζοντας άρχισε να τοποθετεί σε στίβες των δέκα. Μια δεκάδα, δύο δεκάδες, τρείς, τέσσερις, πέντε, έξι...Ταυτόχρονα έκανε και το άθροισμα. Πενήντα, εξήντα, εβδομήντα, ογδόντα, ενενήντα, εκατ...που είναι το τελευταίο? Ξαναμετρά μία μία τις στίβες να βρει το λάθος, τίποτα. Τα στήνει σε κολώνες, την μία δίπλα στην άλλη, μήπως κάποια προεξέχει...Τίποτα. Η τελευταία κολώνα ελλειμματική. Μόνο εννέα φλουριά. Κοιτάζει ερευνητικά το τραπέζι, σηκώνει το κερί, γυρίζει το μέσα έξω στο σακούλι...Τίποτα. Γονατίζει και αρχίζει να ψάχνει στο πάτωμα. Δεν μπορεί τα φλουριά ΕΠΡΕΠΕ να είναι εκατό.
-Δεν είναι δυνατόν, μονολογούσε όσο έψαχνε. Κάπου πρέπει να μου έπεσε...κάπου πρέπει να είναι. Με λήστεψαν! Αλήτες! Κερατάδες! Με κλέψανε! (ΕΝΝΙΕΣ..)
Γονατισμένος κοιτούσε πάνω στο τραπέζι, έβλεπε τις κολώνες με τα φλουριά και αισθανόταν πως κάτι του είχε διαφύγει. Δεν μπορεί, κάπου έκανε λάθος. Αδύνατον η μία κολώνα να είναι κουτσή. Αλλά το φλουρί που έλειπε, πουθενά. Τελικά σαν να το πήρε απόφαση. Ενενήντα εννέα φλουριά, είναι πολλά λεφτά...συλλογίστηκε. Μπορώ να ζήσω την υπόλοιπη ζωή σαν άρχοντας...συνέχισε. Αλλά δεν είναι στρογγυλός αριθμός, ρε γαμώτο. Το εκατό, μάλιστα, είναι στρογγυλός αριθμός. Τώρα μου λείπει ένα.
Ο βασιλιάς και ο σοφός σύμβουλος κοιτούσαν από το παράθυρο. Το πρόσωπο του υπηρέτη δεν ήταν το ίδιο. Ήταν σκεπτικός, σκυθρωπός με χείλη στενά, τραβηγμένα. Με μάτια μισόκλειστα έξυνε το κεφάλι του. Κάτι σκεπτόταν. Μάζεψε τα φλουριά στο σακούλι και κοιτάζοντας καχύποπτα ολόγυρα, το έκρυψε προσεκτικά, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε πίσω από ένα σωρό καυσόξυλα. Ύστερα πήρε χαρτί και μολύβι και κάθισε να κάνει λογαριασμούς.
Πόσο καιρό πρέπει να κάνω οικονομίες, ώστε να αποκτήσω και το εκατοστό φλουρί? Ο υπηρέτης μιλούσε μόνος, παραμιλούσε ασυναίσθητα. Θα βρω και δεύτερη δουλειά, θα δουλέψω σκληρά για ένα διάστημα, μέχρι να το κερδίσω. Μετά όμως μεγάλε...άραγμα. Ναι, με εκατό φλουριά, μπορεί ένας άνθρωπος να μην δουλεύει. Μπορεί να ζει δίχως σκοτούρες. Είσαι πλούσιος! Είσαι άρχοντας! Δεν υπάρχει λόγος να δουλεύεις. αγόρι μου! Τελείωσε τους υπολογισμούς του. Αν δούλευε σκληρά κι έβαζε στην άκρη όλο το μηνιάτικο του και ότι έξτρα χρήματα έπαιρνε, σε πέντε το πολύ έξι χρόνια θα μπορούσε να αγοράσει ένα χρυσό φλουρί.
-Έξι χρόνια είναι πάρα πολλά, μονολόγησε. Θα μπορούσα όμως να βάλω και την γυναίκα μου να δουλέψει. Κάποια δουλειά θα βρει να κάνει στην πολιτεία. Θα μπορούσε να καθαρίζει σπίτια. Αλλά κι εγώ, πέντε η ώρα τελειώνω από το παλάτι. Μπορώ να κάνω το βοηθό σε κανένα μάστορα, δύο τρεις ώρες μέχρι να νυχτώσει.
Ξαναπιάνει το μολύβι και αρχίζει πάλι τους υπολογισμούς. Με την έξτρα δουλειά τη δική του και την συνεισφορά της γυναίκας του θα μάζευε τα χρήματα για το φλουρί σε τρία χρόνια. Εξακολουθούσε να είναι πολύς, πολύς καιρός.
Ίσως θα μπορούσαμε να κάνουμε και κάποιες οικονομίες. Να πουλήσουμε ας πούμε λίγο από το φαγητό. Έτσι κι αλλιώς το πολύ φαί, κακό κάνει. Άσε που μια και είναι τζάμπα, το ´χουμε παρακάνει. Και τα χειμωνιάτικα παπούτσια. Τι χρειάζονται? Μπαίνει η Άνοιξη. Έρχονται ζέστες. Και τα επανωφόρια μπορώ να το πουλήσω. Να πουλήσω...Να πουλήσω...Πρέπει να γίνουν θυσίες. Άλλωστε θα πιάσουν τόπο. Σε δύο χρονάκια το πολύ θα αγοράσουμε το φλουρί που μας λείπει και μετά...ποιός μας πιάνει μετά. Θα είμαστε πλούσιοι. Ότι μας γυαλίζει θα το αγοράζουμε. Αυτό είναι. Δύο χρόνια στο τούνελ και μετά...
Ο βασιλιάς και ο σύμβουλος γύρισαν στο παλάτι. Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννέα.
Τους μήνες που ακολούθησαν, ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδια που είχε αποφασίσει εκείνο το πρωινό. Δούλευε πολύ, κουραζόταν, κακοκοιμόταν, αλλά επέμενε στην απόφασή του. Ένα πρωινό, μπήκε με το πρωινό στο δωμάτιο του βασιλιά, αργός, κακόκεφος, αμίλητος, όπως συνήθιζε τελευταία.
-Μα καλά, τί έπαθες εσύ, ρωτά τάχα ανήξερος ο βασιλιάς.
-Μια χαρά είμαι Μεγαλειότατε. Θέλετε τίποτε άλλο?
-Μέρες έχω να σ´ ακούσω να τραγουδάς. Σου συμβαίνει κάτι?
-Αν δεν κάνω λάθος, η δουλειά μου είναι σας σερβίρω και να σας βοηθώ να ντυθείτε. Δεν κάνω τη δουλειά μου? Την κάνω και μάλιστα άψογα, συνέχισε. Δεν με προσλάβατε για γελωτοποιό ούτε για τραγουδιστή.
Μετά από μερικούς μήνες, ο βασιλιάς έδιωξε τον υπηρέτη από το παλάτι. Δεν είναι ευχάριστο να περιβάλλεσαι από κακόκεφους, μουρτζούφληδες υπαλλήλους.
Ο ασπρομάλλης ψυχαναλυτής έκανε μια παύση και κοίταξε προσεκτικά τον ασθενή του. Προσπάθησε να διαβάσει τα συναισθήματα από την ιστορία στο πρόσωπό του. Ανακάθισε στην πολυθρόνα του, πήρε το ποτήρι δίπλα του και ρούφηξε μια μεγάλη γουλιά σακέ. Καθάρισε την φωνή του και συνέχισε: Βλέπεις Ντεμιάν, εσύ, εγώ και όλοι μας έχουμε εκπαιδευθεί σ´ αυτήν την ηλίθια ιδεολογία.

Πάντοτε κάτι μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι, και δυστυχώς μόνο αν είσαι ικανοποιημένος μπορείς να απολαύσεις όσα έχεις. Γι αυτό, μάθαμε πως τάχα η ευτυχία θα έλθει όταν ολοκληρώσουμε αυτό που μας λείπει...Και επειδή πάντα κάτι λείπει, ξαναγυρίζουμε στην αρχή και δεν απολαμβάνουμε ποτέ την ζωή...Τι θα συνέβαινε όμως, αν η φώτιση ερχόταν στις ζωές μας και αντιλαμβανόμαστε, έτσι ξαφνικά, ότι τα ενενήντα εννιά φλουριά μας είναι το 100% του θησαυρού? Ότι δεν μας λείπει τίποτα, κανένας δεν μας έκλεψε τίποτα, το εκατό δεν είναι καθόλου πιο στρογγυλός αριθμός από το ενενήντα εννιά? Ότι αυτό, είναι μόνο μια παγίδα, ένα καρότο που έβαλαν μπροστά μας, για να είμαστε βλάκες, για να σέρνουμε το κάρο, κουρασμένοι, κακόκεφοι, δυστυχείς και συμβιβασμένοι? Μια παγίδα για να μην σταματήσουμε ποτέ να σπρώχνουμε και να μείνουν όλα όπως έχουν. Αιωνίως τα ίδια. Πόσα θα άλλαζαν αν μπορούσαμε να απολαύσουμε τους θησαυρούς μας, έτσι ακριβώς όπως είναι. Έτσι ακριβώς όπως τους κατέχουμε.



Αναδημοσιευσα Απο epitropesdiodiastop.blogspot.g r
read more ►
0 σχόλια

Διατροφή Ελλάδας 21 Αιώνα, Ζήσε,

23/9/17




Το πρωί..χλιαρό νερό με μέλι κανέλα κευλάνης και λεμόνι ενεργοποιεί τον μεταβολισμό και καις λίπος!! <3
Ζάχαρη,  κευλανης, την παίρνεις από το καφεκοπτείο μυρίζει πιο ωραία και είναι πιο καλή!!

ΚΟΒΟΝΤΑΣ την τροφή που χρειάζονται τα ΚΑΡΚΙΝΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ ΔΕΝ πολλαπλασιαζονται.......

-Τρώμε ψάρι και λίγο κοτόπουλο. 
-Να χρησιμοποιουμε αλάτι θαλασσας, στα φαγητα..Και Μελι αντι για Ζαχαρη(φυσικό υποκατάστατο θα ήταν το μέλι Manuka)..
-Όχι γάλα και υποκαθιστώντας το με γάλα σόγιας χωρίς προσθήκη γλυκαντικών
- 80% φρέσκους χυμούς και ΛΑΧΑΝΙΚΑ ΠΡΑΣΙΝΑ, σιτηρά ολικής αλέσεως, σπόρους, ξηρούς καρπούς και λίγα φρούτα..ωμά λαχανικά 2 ή 3 φορές την ημέρα. .
-ΟΧΙ ΠΡΟΙΟΝΤΑ, ΚΑΦΕΙΝΗΣ..
-ΟΧΙ Νερό ΒΡΥΣΗΣ, καλύτερα καθαρισμένο ή φιλτραρισμένο.
-ΝΑΙ, βιταμίνη Ε .
-ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, ΕΧΟΥΝ ΛΥΣΗ..ΒΡΗΣΚΕ ΦΩΣ, ΠΑΝΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ..
-Μάθετε να χαλαρώνετε και να απολαμβάνετε τη ζωή.
- Η καθημερινή άσκηση και οι βαθιές αναπνοές βοηθούν στη διοχέτευση περισσότερου οξυγόνου στα κύτταρα. Η οξυγονοθεραπεία είναι μία ακόμα μέθοδος που χρησιμοποιείται για την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΙ ΜΑΣ ΡΑΝΤΙΖΟΥΝ, ΟΞΥΓΟΝΟ ΜΟΥ;;

Τα καρκινικά κύτταρα τρέφονται με 10 τροφές που υπερκαταναλώνουμε οι περισσότεροι

Αναδημοσιευσα Από ΟΛΥΜΠΙΑ!!
read more ►
0 σχόλια

Η Αγάπη, ΔΕΝ ΒΙΑΖΕΤΑΙ..ΥΠΑΡΧΕΙ,

5/9/17




Τι είναι η αγάπη; Ο Νίκος Καζαντζάκης απαντά με τον δικό του μοναδικό τρόπο,

Δεν είναι συμπόνια μήτε καλοσύνη...
Στη συμπόνια είναι δύο, αυτός που πονάει κι αυτός που συμπονάει. Στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει κι αυτός που δέχεται.
Μα στην αγάπη είναι ένας...
Σμίγουν οι δύο και γίνοναι ένα. Δεν ξεχωρίζουν...
Το εγώ κι εσύ αφανίζονται.
Αγαπώ θα πει χάνομαι…

Νίκος Καζαντζάκης

Πόση αγάπη έδωσε ο Νίκος Καζαντζάκης στην  Ελένη Σαμίου και πήρε. 92 χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα της γνωριμίας ενός από τον μεγαλύτερων στοχαστών παγκοσμίως, με τη μετέπειτα σύζυγό του. Μία ιστορία αγάπης, σεβασμού, συντροφικότητας και αφοσίωσης, που δοκιμάστηκε επί 32 χρόνια και πέρασε στην αιωνιότητα. Η θετή εγγονή της συζύγου του Νίκου Καζαντζάκη, η Νίκη Σταύρου γράφει για το People την υπέροχη ιστορία αγάπης τους.


«Στην Ελένη χρωστώ όλη την καθημερινή ευτυχία της ζωής μου», γράφει ο Νϊκος Καζαντζάκης για την πολυαγαπημένη σύντροφο της ζωής του. «Χωρίς αυτή θα ’χα πεθάνει τώρα και πολλά χρόνια. Συντρόφισσα γενναία, αφοσιωμένη, περήφανη, έτοιμη για κάθε πράξη που θέλει αγάπη».


Η Ελένη Σαμίου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 30 Απριλίου 1903, με ρίζες από τη Μικρά Ασία και την Κρήτη. Σε ένα πολύ σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμα γράφει: «Πήρα μόνο δίπλωμα Γυμνασίου το 1919. 15 χρονών έμεινα ορφανή από μάνα και πατέρα. Οι κηδεμόνες, αν και Καθηγητές Πανεπιστημίου, φρονούσαν πως τα “ορφανά” δεν σπουδάζουν. Γίνονται ράφτρες ή καπελούδες. Κι ας έχουν όση περιουσία χρειάζεται (και παραπάνω!) για να κάνουν καλές σπουδές. Το 1924 γνώρισα τον Νίκο».

Και από εκεί αρχίζει μια γλυκιά ιστορία αγάπης και απόλυτης αφοσίωσης. Ήταν 18 Μαΐου 1924, όταν η Ελένη ήταν είκοσι ενός ετών, και ο Νίκος σαράντα ενός. Η Ελένη περιγράφει τη συνάντησή τους στις πρώτες σελίδες του Ασυμβίβαστου τη βιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη, που εκείνος της ζήτησε να γράψει:

Η Ελένη είχε γνωρίσει πρώτα την πρώτη του γυναίκα, τη Γαλάτεια, όταν ήδη εκείνη είχε χωρίσει με τον Νίκο και είχε ήδη αρχίσει να ζει με τον Μάρκο Αυγέρη. Η Γαλάτεια, είχε επηρεάσει αρνητικά την Ελένη, τόσο που η νεαρή κοπέλα δεν ήθελε καν να τον γνωρίσει: «Επηρεασμένη,» γράφει «ως φαίνεται, από το μυθοπλαστικό μπρίο της γυναίκας του, αρνήθηκα την πρόσκλησή της να πάω με την παρέα της στο σταθμό Λαρίσης να υποδεχτούμε το «τέρας», πού θα ερχόταν από τη Γερμανία στις 5 του Μάη το 1924.» Και όμως, μερικές ημέρες μετά, οι φίλες της Ελένης, η Καίτη και η Μαρίκα Παπαϊωάννου, την πίεζαν αφόρητα να τον γνωρίσει. «Είναι ψηλός σαν κυπαρίσσι, όμορφος, αφάνταστα διαβασμένος και χαριτολόγος… Κανείς δεν του παραβγαίνει στις ιστορίες… Ανεπανάληπτος…» Και το χειρότερο, δεν τον χωρούσε ο τόπος. «Πολύ γρήγορα θ’ ανοίξει την πόρτα να φύγει… θα πετάξει το πουλί, πάει, θα χαθεί η μοναδική ευκαιρία να γνωρίσεις κι εσύ μια μεγάλη προσωπικότητα». Και δέχτηκε η Ελένη, και να τους τώρα, γράφει, στη Δεξαμενή, τη νύχτα της 17ης Μαΐου, με αντιφατικές φήμες να αντηχούν στα αυτιά της: «Το γέλιο του ακούγεται ένα μίλι μακριά…» ή «Του αρέσουν οι γυναίκες…» ή «Τρώει και πίνει σα δράκος…» ή «Δεν τρώει τίποτα… σωστός ασκητής…».



«Σχεδόν εχθρική στην αρχή», λέει η Ελένη, «χωρίς να τον καλοξέρω, άρχισα σιγά – σιγά να παραδίνω τα όπλα. Τη νύχτα εκείνη θα σκαρφαλώναμε στην Πεντέλη, για να βρεθούμε τα ξημερώματα από την άλλη πλευρά, στην παραλία της Ραφήνας, ο Οδοιπορικός Σύλλογος, μια εικοσαριά νέοι και νέες, φυσιολάτρες. Για να φτάσουμε στους πρόποδες του βουνού, θα παίρναμε το «θεριό», το θρυλικό εκείνο τραινάκι, που κούτσα-κούτσα έκανε τη διαδρομή Αθήνα-Μαρούσι-Κηφισιά. Το φεγγάρι πήγαινε να μεσουρανήσει, όταν τον πήρε το μάτι μου. Με βήματα λίγο-λίγο πηδηχτά, στητός σαν κυπαρίσσι, τεράστιο μέτωπο, βαθουλά μάτια πού έμοιαζαν μαύρα κάτω από τα πυκνά φρύδια, αυτιά λεπτοσκαλισμένα. Φορούσε ένα πλατύγυρο καπέλο ψάθινο και στο χέρι κρατούσε ένα ροζ γυάλινο βάζο, όπου έπλεαν μέσα σε λαδόξιδο σαρδέλες του βαρελιού. Δε θυμούμαι τα πρώτα του λόγια, μα τα δυο βαθιά αυλάκια, που έσκαβαν το πρόσωπο του, μου έκαναν μεγάλη εντύπωση. Γιατί απ’ όλες τις κοπέλες, που ήμασταν εκεί, διάλεξε εμένα; Το ήξερε τάχα ο ίδιος; Στο μισοσκόταδο του βαγονιού άρχισε αμέσως τα ερωτήματα, που τ’ άκουσα τόσες φορές κατοπινά στη ζωή μας.


Όταν το πρωί έφτασαν πια στη Ραφήνα, ο Νίκος έμεινε δίπλα στην Ελένη όλη μέρα, προφυλάσσοντάς την με το κορμί του για να μην την κάψει ο ήλιος. Και δεν άλλαζε θέση, παρά μόνο όπως προχωρούσε και ο ήλιος. Από τότε δεν χωρίσανε ποτέ. Η οριστική τους συμβίωση σαν ζευγάρι, όμως, άρχισε από τη Ρωσία τον Αύγουστο του 1928, όταν την κάλεσε να τον συναντήσει στη Μόσχα. 

Κάποιος ακόμη και σήμερα μπορεί να φαντασθεί πόση τόλμη χρειαζόταν η Ελένη για μια τέτοια παρέκκλιση από τα ήθη της εποχής. Αν δεχόταν την πρόσκλησή του, της είπε, δεν θα υπήρχε πλέον υπαναχώρηση και γυρισμός. Θα έπρεπε να μείνει για πάντα μαζί του. Θα γνώριζε δυσκολίες, φτώχεια, μέχρι και πείνα. Για ένα μόνο πράγμα έπρεπε να είναι σίγουρη: μαζί του δεν θα έπληττε ποτέ. Αλλά, της είπε, μπορεί και να μην τον ήξερε καλά, προκειμένου να πάρει μια τελεσίδικη απόφαση, καθοριστική για τη ζωή της. Γι’αυτό τη συμβούλευσε να πάει στο Ντύσσελντορφ της Γερμανίας και να ζητήσει τη γνώμη της Έλσας Λάνγκε, φίλης και πρώην ερωμένης του. Τα λίγα λόγια της Έλσας «βάραιναν στη ζυγαριά της Μοίρας μου», θα γράψει αργότερα η Ελένη: «Μπορείτε να τον εμπιστευτείτε. Μια φλόγα τον καίει κι όμως δε χάνει μήτε λεφτό την αίσθηση της ζωής. Ισορροπημένος, τέλεια φυσιολογικός… Κι ό,τι κι αν συμβεί, μη μετανιώσετε ποτέ που ακούσατε το κάλεσμά του. Είναι γυμνός σαν τον Άγιο Σεβαστιανό. Προφυλάξτε τον από τα βέλη». Έτσι έφυγε για τη Μόσχα η Ελένη και έμεινε από τότε για πάντα μαζί του. Έγινε τελικά η «λεπτεπίλεπτη» Αθηναία «το εφταγύναικο, το εφταπέτσινο σκουτάρι της ζωής του που καμιά σαγίτα δεν το περνάει».

Η Ελένη, τον καιρό της κατοχής, και της μεγάλης πείνας, στην Αίγινα, πήγαινε στις Φυλακές και έπαιρνε λίγο φαγητό από το συσσίτιο των φυλακισμένων για να μην πεθάνει από την πείνα ο Νίκος της. Και στην Antibes, στη Γαλλία, πήγαινε στην πλατεία της πόλης και μάζευε τα χαρούπια και τα έκανε κολιέ και τα πουλούσε στους τουρίστες για το πιάτο του Νίκου. Η Ελένη ήταν και αυτή συγγραφέας, και μάλιστα πολύ καλή, αλλά επέλεξε την αφιέρωσή της στην προαγωγή του έργου του συζύγου της. Το μέγεθος της προσφοράς της, ακόμη και σε τεχνικό επίπεδο, μπορεί να εκτιμηθεί και μόνον από το γεγονός ότι δακτυλογράφησε επτά φορές την Οδύσεια με τους 33.333 στίχους. Εκείνη τον προέτρεψε να ασχοληθεί με το μυθιστόρημα, από τις ιστορίες που της έλεγε τη νύχτα πριν κοιμηθούν.



Ο Νίκος και η Ελένη Καζαντζάκη συνέζησαν περίπου είκοσι χρόνια και στις 11 Νοεμβρίου 1945 τέλεσαν τον γάμο τους στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύτση στην Αθήνα. Με κουμπάρους τον Άγγελο Σικελιανό και τη γυναίκα του Άννα. Μάλιστα, τη διάρκεια της τελετής, συνειδητοποίησαν ότι είχαν ξεχάσει τις βέρες, οπότε και αμέσως ο Άγγελος και η Άννα έβγαλαν από τα δάχτυλά τους τις δικές τους και τις πέρασαν στα δάχτυλα του Νίκου και της Ελένης. Γι’αυτό και η βέρα της Ελένης γράφει «Άγγελος».

Ο Νίκος και η Ελένη ζούσαν τότε στην Αίγινα, με συχνά ταξίδια στο εξωτερικό, και από το 1946 τελικά εγκαταστάθηκαν στην Antibes, της νότιας Γαλλίας. Τους χώρισε ο θάνατος το 1957.

«Είμαι μια ηλεχτρική εγκατάσταση κι είστε το ηλεχτρικό ρέμα. Αν κοπεί, χάθηκα», της έγραψε πριν χρόνια πολλά ο Νίκος της. Αυτό το ηλεκτρικό ρεύμα κόπηκε την ημέρα των γενεθλίων του Νίκου Καζαντζάκη, στις 18 Φεβρουαρίου του 2003, στη 1:31 το μεσημέρι, όταν η Ελένη πήγε να βρει τον καλό της.

Κάθε επέτειο του θανάτου τού Νίκου, και όσο η δική μου ζωή φτάνει στο τέλος της, κάνω τον απολογισμό μου, τι έδωσα και τι πήρα από εκείνον, ύστερα από 32 ολόκληρα χρόνια κοινής ζωής. Η «κόκκινη γραμμή», που σημάδεψε την πορεία του και που εγώ θα την ονομάσω «ευθεία γραμμή», χαρακτήριζε και την απλή καθημερινή του ζωή. Δεν θυμάμαι ούτε μία πράξη του για την οποία θα έπρεπε να ντραπώ, ή και να προβληματιστώ ακόμα. Ήταν τόσο έντιμος, τόσο ακέραιος και τόσο ασυμβίβαστος που, όποιος είχε την τύχη να ζήσει μαζί του, στεκόταν στις άκρες των δαχτύλων του για να τον φτάσει. Έτσι ένιωθα εγώ όλα αυτά τα χρόνια μαζί του. Κάθε χρόνο που φεύγει, συμπαρασύροντας και μένα μαζί του, μεγαλώνοντας έτσι το χρονικό διάστημα από τότε που έφυγε ο Νίκος, τόσο βρίσκω να είμαι και πιο κοντά του, κάθε φορά και πιο πολύ, γιατί ξαναζώ τα χρόνια που ζήσαμε μαζί με μεγαλύτερη ένταση και ανείπωτη νοσταλγία. Όσο «το μεροκάματο τελεύει», σκέφτομαι πόσο τυχερή γυναίκα υπήρξα στη ζωή μου, γιατί ήταν όλα τόσο σωστά και ακέραια μαζί του όσο ένα κρυστάλλινο ποτήρι νερό, όπως ακριβώς έβλεπε εκείνος τη ζωή, που όσο κι αν πίνεις δεν ξεδιψάς. Έτσι ήταν και η ζωή μου μαζί του, ένα καθαρό, πεντακάθαρο ποτήρι νερό.




Αναδημοσιευσα Από Tvxs. gr
read more ►
0 σχόλια

Ο πάτερ Αντώνιος Μιλάει στους Νέους,

24/8/17




O ιερέας Αντώνιος Παπανικολάου υπηρέτησε ως  εφημέριος στον Άγιο Γεώργιο Ακαδημίας Πλάτωνος, στον Κολωνό. Ξεκίνησε την ιερατική του δράση το 1998 σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες τότε περιοχές, στον Κολωνό στην Αθήνα. Η περιοχή είναι, από τις πιο επικίνδυνες στην Αθήνα, αφού δρουν πολλές συμμορίες, ενώ σχεδόν σε κάθε γωνιά γίνεται εμπόριο ναρκωτικών. Από την πρώτη στιγμή που εγκαταστάθηκε, ένιωσε την ανάγκη να αντιδράσει σε ότι συνέβαινε γύρω του.  Ο ίδιος, παρατηρούσε καθημερινά  παιδιά, που ενώ θα έπρεπε να ήταν στο σχολείο σύχναζαν σε πλατείες ή παιδιά που αποτελούσαν μέλη ομάδων υψηλού κινδύνου, ενώ πάντα τα ίδια και οι οικογένειές τους βρίσκονταν σε ανάγκη. Σιγά σιγά, τα πλησίασε μέσω του μπάσκετ και της αποδοχής, ανθρώπινα, προσπαθώντας να μιλήσει μαζί τους  για τους προβληματισμούς τους, για την καθημερινότητά τους, προσπαθώντας να τους μιλήσει ως ίσος προς ίσον, χωρίς να τους κρίνει και χωρίς να τους νουθετεί και κυρίως να βρει τον τρόπο να σταθεί στο πλάι τους και να τα βοηθήσει στις ανάγκες τους. Με τον καιρό κέρδισε την αποδοχή τους και σταδιακά και την εμπιστοσύνη τους.






Πάτερ Αντώνιος,



«Από το παράθυρό μου έβλεπα νέα παιδιά εγκαταλειμμένα, μπλεγμένα στα ναρκωτικά και την εξαθλίωση. Άρχισα να αναρωτιέμαι πώς μπορώ να τα βοηθήσω. Στην αρχή ήταν μια παρέα εφήβων. Πλησίασα και ζήτησα να παίξουμε έναν αγώνα μπάσκετ. Σήμερα (2016) στην Κιβωτό έρχονται 500 παιδιά όλων των ηλικιών».  «Η πόρτα μας για αυτά θα είναι πάντοτε ανοιχτή». 



 «Κάθισα να ακούσω τα παιδιά, τα αποδέχτηκα έτσι ακριβώς όπως είναι. Μοιράστηκα το σπίτι τους, τη πλατεία και το γήπεδο. Μέσα από τον αθλητισμό και τα πρωταθλήματα βγήκαν τα θετικά τους στοιχεία. Όταν κάποιος είναι τόσο απελπισμένος, όπως αυτά, τι να του πεις;  Ότι ο Χριστός σώζει;  Τα ακούει βερεσέ.»

Σε αυτό του τον αγώνα, πάντα στο πλάι του η σύντροφος και αρωγός, η σύζυγός του Σταματία Γεωργαντή, με την οποία τότε, όπως και τώρα θυσιάζονται και μοιράζονται τις αγωνίες, τις δυσκολίες και φυσικά την ικανοποίηση του εγχειρήματος.

«Στόχος μας είναι τα παιδιά να νιώσουν ότι υπάρχει και ένας άλλος κόσμος, πέρα από αυτόν που έχουν γνωρίσει. Μόνο κίνητρό μας είναι η αγάπη και σε αυτή βασιζόμαστε».

Η προσφορά του απλού κόσμου ξεκίνησε μετά από καιρό, εφόσον γνώρισαν το νεαρό ιερέα και συνειδητοποίησαν τις προθέσεις του. Οι κάτοικοι της περιοχής άρχισαν να έρχονται ο ένας μετά τον άλλο και εθελοντικά να παρέχουν τις υπηρεσίες τους.  Δάσκαλοι άρχισαν να έρχονται και να κάνουν μαθήματα στα παιδιά, νοικοκυρές της περιοχής άρχισαν να φέρνουν πράγματα από τα σπίτια τους, τρόφιμα και ρούχα που δεν χρειάζονταν πια οι δικές τους οικογένειες.


Έτσι, με τη βοήθεια εθελοντών, δημιουργήθηκε η Κιβωτός του Κόσμου, μια Οργάνωση με στόχο να βγάλει όσα περισσότερα παιδιά μπορούσε από τη φτώχεια και την εγκατάλειψη και να τους προσφέρει τη δυνατότητα «να σταθούν στα πόδια τους».

            Καθώς ο πληθυσμός που ζητούσε βοήθεια αυξανόταν με ταχείς ρυθμούς, ο πατέρας Αντώνιος βλέποντας τα παιδιά και τις ανάγκες ολοένα να αυξάνονται, θέλησε να στεγάσει την προσπάθεια σε ένα πρώην καφενείο και άρχισε να δημιουργεί προγράμματα υποστήριξης, με πρώτο στόχο να βοηθήσει τα μεγαλύτερα παιδιά της περιοχής να επιστρέψουν στο σχολείο και να ολοκληρώσουν την φοίτησή τους.


«Δεν είχα κάποιο σχέδιο όταν ξεκίνησα… το ένα έφερε το άλλο.  Τα παιδιά ήταν άρρωστα.  Και είπαμε ότι πρέπει να κάνουμε ένα μαγειρευτό φαγητό στη μία γωνία και στην άλλη γωνία να τους μαθαίνουμε γράμματα.  Μετά ήρθαν οι άστεγοι, βάλαμε κρεβάτια.  Μετά φτιάξαμε λουτρά για να πλένονται τα παιδιά και το ένα έφερε το άλλο, τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, με τη μία ανάγκη να γεννά την επόμενη..»

Η υποστήριξη, εκτός των Ελλήνων αλλά και των μεταναστών, αποτέλεσε σημαντικό ζήτημα προβληματισμού για πολλούς πολίτες αλλά και φορείς της ευρύτερης περιοχής, αφού πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριζαν ότι οι προσπάθειες του ιερέα θα πρέπει να εστιάζονται αποκλειστικά στους Έλληνες που έχουν ανάγκη και όχι στους αλλοδαπούς.  Η αγκαλιά της «Κιβωτού» δέχεται όλους όσους έχουν την ανάγκη της ανεξάρτητα από εθνικότητα και θρησκεία.  Ο πατέρας Αντώνιος έχει καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια να εξηγήσει και να πείσει την κοινότητα ότι η υποστήριξη των μεταναστών συμβάλλει στην ενίσχυση της ασφάλειας για όλους όσους ζουν στην περιοχή και ότι ουσιαστικά προστατεύονται και τα δικά τους παιδιά, αφού η περιθωριοποίηση και η απελπισία υποθάλπτουν την εγκληματική συμπεριφορά. Βέβαια, το τελευταίο διάστημα τα Ελληνόπουλα αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών και των οικογενειών.

«Πώς θα επιβιώσει ένας πρόσφυγας εάν δεν τον εκπαιδεύσεις και δεν τον βοηθήσεις να βρει το δρόμο του;  Αναγκαστικά θα κλέψει! πλησίασα τα παιδιά των μεταναστών και των προσφύγων γιατί τους εξήγησα την ιστορία των παππούδων και των πατέρων μας… Ξέρουμε τι σημαίνει προσφυγιά, ρατσισμός και θάνατος. Εάν ο καθένας έκανε κάτι στη γειτονιά του, δεν θα είχαμε αυτό το τεράστιο πρόβλημα με τους ξένους που δεν μπορούν να φύγουν από τη χώρα και αναγκαστικά περιθωριοποιούνται!  Οπότε ή κλειδωνόμαστε στα σπίτια μας ή τους βοηθάμε να σταθούν στα πόδια τους»

Παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, ο πατέρας Αντώνιος δεν έχασε ποτέ την αισιοδοξία του και την ελπίδα του ούτε την προσήλωσή του στο στόχο που είχε θέσει, βρίσκοντας πάντα τους τρόπους για να βοηθήσει όσο το δυνατόν περισσότερα παιδιά!

«Η Κιβωτός για μένα είναι σχέδιο Θεού το οποίο προϋπήρχε… ο Θεός έχει ευλογήσει αυτό το έργο και με τη βοήθεια Του συνεχίζουμε.»

 «Η αγάπη τρόπους μηχανεύεται και δεν έχει σύνορα και όρους»


Αναδημοσίευσα Από kivotostoukosmou
read more ►
0 σχόλια

Αυτή Την Δευτέρα 21 Αυγούστου, ο Αντώνης Ρέμος στην Μαρίνα,

17/8/17




Αυτή την Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017, στις 21:00στη μαρίνα Ρεθύμνου
ο Μοναδικός Αντώνης Ρέμος θα δώσει μια συναυλία για ιερό σκοπό, καθώς τα έσοδα της εκδήλωσης θα διατεθούν κατά 50% για το Ειδικό Σχολείο Ρεθύμνου, και κατά 50% για την κατασκευή αθλητικού ιατρείου στο Γήπεδο της Σοχώρας.
Ο αγαπημένος Έλληνας καλλιτέχνης θα τραγουδήσει παλιές και νέες επιτυχίες του, σε μια συναυλία με πολλές εκπλήξεις που θα μας μείνει αξέχαστη!! 

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΜΑΖΙ!!!





Αναδημοσιευσα Από FaceBook Στηρίζουμε μαζί
read more ►
0 σχόλια

Αγκάλιασε τη μεταπολεμική Ελλάδα,

23/7/17




Γρηγόρης Μπιθικώτσης 
1922 – 2005


Ο σερ του ελληνικού πενταγράμμου, όπως χαρακτηρίστηκε, γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι. Πρωτότοκος ήταν ο Χρήστος και ακολουθούσαν η Κοντιλιώ, ο Γιώργος, ο Κώστας και τελευταίος ο Γρηγόρης. Φτωχή οικογένεια, πάλευαν να τα βγάλουν πέρα. Μέσα στη θύελλα του '40 τα αδέλφια του έφυγαν για το Μέτωπο, στην Αλβανία.

Εκείνος έκανε τα πρώτα του βήματα σ' ένα ταβερνάκι της γειτονιάς του, τραγουδώντας με μία κιθάρα, ευρωπαϊκά. Όλα άλλαξαν, όταν μια κρύα νύχτα του χειμώνα του 1937 πήγε ν' ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ' ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ο μικρός Γρηγόρης ενθουσιάστηκε κι από τότε ασπάστηκε το ρεμπέτικο και το λαϊκό.

Το 1948 γνωρίστηκε εντελώς τυχαία με τον Μίκη Θεοδωράκη στην Κερατέα. Εκεί σταμάτησε ένα καμιόνι, που μετέφερε κρατουμένους στο Λαύριο για να οδηγηθούν στη Μακρόνησο. Υπήρχε μια βρύση κι ένας στρατιώτης γέμισε το παγούρι του και τους έδωσε νερό να πιουν. Ο στρατιώτη ήταν ο Μπιθικώτσης, που εκτελούσε χρέη μεταγωγών.

Υπηρετώντας τη θητεία του στη Μακρόνησο έγραψε τα πρώτα του τραγουδια και τα βράδια έπαιζε στη Λέσχη Αξιωματικών. Μετά την απόλυσή του, δημιούργησε το δικό του συγκρότημα και το 1949 μπήκε στη δισκογραφία ως συνθέτης. Τίτλος του πρώτου του δίσκου το Καντήλι τρεμοσβήνει, σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη. Στο τραγούδι, ο ίδιος ο Μπιθικώτσης, μαζί με τον Βαμβακάρη.

Από τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι είχε το δικό του τρόπο ερμηνείας, συνεργάσθηκε με τους σπουδαιότερους συνθέτες -Θεοδωράκη (Της δικαιοσύνης, Ένα το χελιδόνι, Στο περιγιάλι το κρυφό, Βράχο - βράχο, Γωνιά - γωνιά), Χατζιδάκι (Ειμ' αϊτός χωρίς φτερά, Πάει ο καιρός, Στο Λαύριο γίνεται χορός, Μίλησέ μου), Τσιτσάνη κ.α.- έγραψε ο ίδιος τραγούδια που έγιναν επιτυχίες (Επίσημη Αγαπημένη, Το μεσημέρι καίει το μέτωπό μου, Μία γυναίκα φεύγει, Αμφιβολίες κ.ά.), εμφανίσθηκε στα κοσμικότερα κέντρα των Αθηνών κι ένιωσε τη χαρά της ανακάλυψης νέων, πολλά υποσχόμενων φωνών, ανάμεσά τους η Βίκυ Μοσχολιού και η Πόλυ Πάνου.

Η «δωρική» φωνή του αγκάλιασε τη μεταπολεμική Ελλάδα, έδωσε το δικό της βάρος και τη δική της λαϊκότητα στα μεγάλα έργα του Θεοδωράκη, που έγινε ο πιο αποτελεσματικός καταλύτης στο να φτάσουν οι στίχοι του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Λειβαδίτη, του Χριστοδούλου, στις πιο απόμερες γωνιές της Ελλάδας.

Πέθανε στις 7 Απριλίου του 2005.


Αναδημοσιευσα Από ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ.
read more ►
0 σχόλια

Ο Άνθρωπος που Ανακάλυψε τον Γιάννη Αντετοκούμπο,

28/6/17

read more ►
0 σχόλια

Η Ελλαδα μοιράζεται τα μυστικά της με τον ΜπασκεΤμπολιστα Αντετοκούμπο, Για Εσάς,




Aegean - Greece By Greeks | Γιάννης Αντετοκούνμπο,

Η Ελλάδα μας είναι γεμάτη με μικρά μυστικά τεράστιας ομορφιάς. Η AEGEAN μαζί με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο σου ζητούν να μοιραστείς μαζί τους τα δικά σου μικρά μυστικά στο http://greecebygreeks.gr για να τα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο.

Δείτε την Διαφήμιση της AEGEAN. Πατήστε Δείτε,

https://youtu.be/mnFbjt_lA6I


Tα μικρά μυστικά είναι εκείνα που κρύβουν τη μεγαλύτερη ομορφιά.

Ελάτε να δείξουμε όλοι μαζί και παρέα με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο την τεράστια ομορφιά της 

χώρας μας σε όλο τον κόσμο μέσα από τα πιο μικρά μυστικά της. Αυτά που ξέρουμε καλύτερα μόνο εμείς.


http://greecebygreeks.aegeanair.com/




read more ►
0 σχόλια