19/12/24

 Ὅταν ἤμουν 20 χρόνων ,ἤμουν ἀναρχικός.

Εἶχα μακριά μαλλιά, εἶχα σκουλαρίκια,

εἶχα τυραννήσει πνευματικούς ἀνθρώπους, τους δασκάλους μου.

Μέ ἔστειλαν σ’ ἕνα χριστιανικό οἰκοτροφεῖο και τό ἔκανα ἄνω-κάτω!

Μία μέρα, μέ τήν προτροπή ἑνός θείου μου, ἀποφάσισα νά ἐπισκεφθῶ τόν πατέρα Πορφύριο.

Νόμιζα ὅτι θά συναντοῦσα ἕνα ἀφελές γεροντάκι, ἀλλά γρήγορα διαψεύστηκα!

Μόλις μέ εἶδε ὁ Γέροντάς μου εἶπε:

- Εσύ θέλεις νά πιστέψεις,

ἀλλά δέν σέ ἀφήνει τό πολύ σου, τό δυνατό σου μυαλό!

Ἀλλά ποῦ θά πᾶς;

Σέ ἀγαπάει, σέ περιμένει ὁ Χριστός καί θά σέ κερδίσει μία μέρα! Ελα αὔριο νά τά ποῦμε!

Πῆγα ἐγώ τήν ἄλλη μέρα νά τά ποῦμε…!

Ὁ Γέροντας, μόλις μέ εἶδε, μοῦ εἶπε:

-«Σού ἀρέσουν τά ποιήματα;

Γιατί, κι ἐγώ εἶμαι…ποιητής!

Πᾶμε στό δάσος νά σού ἀπαγγείλω;

Μέ πῆρε ἀπό τό χέρι κι ἄρχισε νά μοῦ λέει ποιήματα…!

Ἐγώ, καθώς ἄκουγα ἀναλύθηκα σέ δάκρυα καί ἔκλαιγα.

Γιατί…;

Διότι, αὐτά τά ποιήματα, πού ἀπάγγελνε ὁ Γέροντας, ἤσαν τά δικά μου ποιήματα! Αὐτά, πού εἶχα γράψει

καί τά εἶχα κρυμμένα σ’ ἕνα τετράδιο, πιστεύοντας ὅτι κάποια μέρα θά τά δημοσίευα.

Εἶχα συγκλονισθεῖ!


Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου


Μιχάλης Αντωνιάδης